Η στήλη "Παράθυρο στο Παρελθόν" της εβδομαδιαίας εφημερίδας Φωνή της Φλωρίνης που κυκλοφόρησε σήμερα Παρασκευή 26 Οκτωβρίου 2018 έχει ένα ξεχωριστό αφιέρωμα με κείμενο του Θανάση Βογιατζή σε μια από τις πιο γνωστές και μελωδικές φωνές που μεσουρανούσε στο μουσικό στερέωμα της Πατρίδας μας κατά τις δεκαετίες του 1950 και 1960

Γράφει ο  Θανάσης  Βογιατζής

Πριν από μερικά χρόνια, παραμονή της Εθνικής επετείου της 28ης Οκτωβρίου 1940 και στα πλαίσια του καθιερωμένου θεσμού των «ΔΗΜΗΤΡΙΩΝ», είχαμε την τύχη να παρακολουθήσουμε ζωντανά μια μοναδική συναυλία με τραγούδια του 1940, που δόθηκε στην  αίθουσα τελετών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης  από την Ελίζα  Μαρέλλι, που τότε βρίσκονταν στην ζωή και αξίζει νομίζουμε  με την ευκαιρία της φετινής επετείου,  να γράψουμε λίγα λόγια  για την σπάνια και εξαιρετική αυτή εκδήλωση.

Η  Ελίζα Μαρέλλι (1939-2016), ήταν μια από τις πιο γνωστές και μελωδικές φωνές που μεσουρανούσε στο μουσικό στερέωμα της Πατρίδας μας κατά τις δεκαετίες του 1950 και 1960. Η σεμνή αυτή 
καλλιτέχνιδα, όπως είναι γνωστό, ουδέποτε εμφανίσθηκε σε πάλκο κάποιου κοσμικού κέντρου, παρά μόνο τραγούδησε για κοινωνικούς και φιλανθρωπικούς σκοπούς, κάνοντας συγχρόνως και σημαντική δισκογραφία, υπήρξε δε μαθήτρια της μεγάλης Ελληνίδας τραγουδίστριας Δανάης Στρατηγοπούλου (1913-2009).

Η Μαρέλλι θεωρείται η τελευταία ίσως εκπρόσωπος μιας γενιάς μεγάλων Ελλήνων τραγουδιστών του παλιού καλού ελαφρού τραγουδιού, που με τις ανεπανάληπτες ερμηνείες τους σφράγισαν μια ολόκληρη εποχή (Βέμπο, Δανάη, Μένδρη, Λυκιαρδοπούλου, Νικολαϊδου, Γούναρης, Μαρούδας, Πολυμέρης και άλλοι).

Στο πρώτο μέρος του προγράμματος, τραγούδησε με την ζεστή και εκφραστική φωνή της τραγούδια του πολέμου του 1940, που είχε πρωτοτραγουδήσει εκείνη την εποχή η  «τραγουδίστρια της νίκης», η μεγάλη Σοφία Βέμπο (1910-1978), διάδοχος της οποίας θεωρείται η Ελίζα Μαρέλλι. Αποδίδοντας το ίδιο υπέροχα τα τραγούδια αυτά, είχε μαγέψει το κατάμεστο θέατρο με την βελούδινη φωνή της αλλά και την συμπαθητική φυσιογνωμία της, σκορπώντας  στο ακροατήριο που σιγοτραγουδούσε μαζί της ρίγη συγκινήσεως, κάνοντας συγχρόνως τα μάτια πολλών να πλημμυρίσουν από δάκρυα.

Τα πατριωτικά αυτά τραγούδια όπως τα «Παιδιά της Ελλάδος παιδιά», «Μας χωρίζει ο πόλεμος», «Το τραγούδι της λευτεριάς», «Παπούτσι από τον τόπο σου», «Κάνε κουράγιο Ελλάδα μου» και τόσα άλλα, τα έγραψαν εξαίρετοι Έλληνες συνθέτες και στιχουργοί (Σακελλαρίδης, Τραϊφόρος, Σουγιούλ, Κοφινιώτης, Παπαδούκας κ.λ.π.). Τα τραγούδια αυτά, με  τους έξοχους στίχους  και την θερμή γεμάτη παλμό φωνή της Σοφίας Βέμπο, που έχουμε εδώ και δεκαετίες στην δισκοθήκη μας σε δικές της πρώτες εκτελέσεις, εμψύχωναν τους στρατιώτες μας που με θάρρος και αυτοθυσία πολεμούσαν  στα  χιονισμένα βουνά της Αλβανίας, συντελώντας στο  Έπος του 1940.

Εδώ νομίζω ότι αξίζει να αναφέρουμε δύο συγκλονιστικά περιστατικά που αναφέρει ο στιχουργός και συγγραφέας Μίμης Τραϊφόρος (1912-1998), ο οποίος υπήρξε σύζυγος της Σοφίας Βέμπο, αλλά και στιχουργός πολλών τραγουδιών της. Γράφει λοιπόν ο Τραϊφόρος με την γλαφυρή του πένα, στο ανεκτίμητο με  τις αναμνήσεις του  βιβλίο μεταξύ άλλων και τα εξής: «Το τραγούδι «Παιδιά της Ελλάδος», ειπωμένο συγκλονιστικά από την Σοφία, ξεσήκωσε όλη την  Ελλάδα. Το τραγούδησε από το χαρτί το ίδιο βράδυ που το έγραψα. Μα δεν το είπε ως το τέλος. Συγκλονισμένη έκλαιγε μαζί με το ακροατήριό της, που το πιο μεγάλο του μέρος  το   αποτελούσαν  φαντάροι  νεοσύλλεκτοι  και  οι πρώτοι  κρυοπαγημένοι τραυματίες μας, που είχαν φθάσει από τα χιόνια του πολέμου. Κλαίγανε μαζί της  και  πριν τελειώσει το  τραγούδι, ένα παλικάρι με κομμένα και τα δύο πόδια του, πλημμυρισμένο από εθνική συγκίνηση και  περηφάνεια της φώναξε: «Τραγούδα Σοφία! Τραγούδα! ΄Οταν τραγουδάς δεν νιώθουμε πόνους στα πόδια μας». Και συνεχίζει ο Τραϊφόρος στην επόμενη σελίδα του βιβλίου του: «΄Ενας  τυφλός έφεδρος αξιωματικός, την ώρα που η Σοφία τραγουδούσε το «Μας χωρίζει ο πόλεμος», έκλαιγε με αναφιλητά. Η Σοφία, όταν τελείωσε το τραγούδι, τον πλησίασε και τον χάϊδεψε στοργικά κι’ εκείνος μέσα σε λυγμούς της είπε: «Δεν σε βλέπω Σοφία μου. Σ’ ακούω όμως. Κι’ ευχαριστώ τον Θεό που μου πήρε τα μάτια και μου χάρισε τ’ αυτιά, για να μπορώ να ακούω  την  γλυκιά  σου  φωνή»,

(Μίμη Τραϊφόρου: Βέμπο-Τραϊφόρος, Μια ζωή, εκδ. «Σμυρνιωτάκης, σελ. 108 και 109, Αθήνα 1988).

Με τον πόλεμο όμως του 1940,  είναι συναισθηματικά  «δεμένη» και η δική μου γενιά, των  σημερινών εβδομηντάρηδων,  επειδή σε αυτόν πήραν μέρος και οι πατεράδες μας, πολεμώντας επί μήνες στην πρώτη γραμμή του μετώπου, σε εξαιρετικά δυσμενείς συνθήκες και στον οποίο πόλεμο συχνά αναφέρονταν μέχρι το τέλος της ζωής τους, διηγώντας μας συγκλονιστικά γεγονότα και λεπτομέρειες που αυτοί έζησαν.

Το δεύτερο μέρος της βραδιάς με τα αισθηματικά τραγούδια της παλιάς Αθήνας, που τα χαρακτηρίζει ο θαυμάσιος στίχος και η υπέροχη μελωδία, ήταν εξίσου ενδιαφέρον. Γραμμένα και αυτά από τους ίδιους αλλά και από άλλους σημαντικούς δημιουργούς του ελληνικού τραγουδιού (Σακελλάριος, Γιαννίδης, Βέλλας, Γιαννουκάκης, Χαιρόπουλος κ.λ.π.), συγκινούν και σήμερα ένα μεγάλο μέρος του κοινού.

Η Μαρέλλι, με την σπάνια γλυκύτατη  φωνή της, που παρέμεινε αναλλοίωτη στην πάροδο του χρόνου, τραγούδησε τα διαχρονικά νοσταλγικά αυτά τραγούδια, που επίσης έχουμε στην δισκοθήκη μας σε δικές της πρώτες εκτελέσεις, όπως τα: «Ας ερχόσουν για λίγο», «Μόνο κοντά σου», «΄Ηρθες αργά», «Πόσο λυπάμαι», «Χαράμι», «Μείνε κι’ απόψε», «Το χαστούκι», «Ποιος σε πήρε», «Το μονοπάτι» και πολλά άλλα,  ενθουσιάζοντας  και πάλι το κοινό που την καταχειροκροτούσε συγκινημένο σε κάθε της τραγούδι. Μια έξοχη ανεπανάληπτη βραδιά που θα την θυμόμαστε για  πολλά χρόνια, όπως και την αξέχαστη  Ελίζα Μαρέλλι.

Το κείμενό μου αυτό, ας είναι ένα μικρό αφιέρωμα στην μνήμη όλων των Φλωρινιωτών που πήραν μέρος στον πόλεμο του 1940, αυτών που έμειναν για πάντα θαμμένοι στα χιονισμένα βουνά της Αλβανίας και αυτών που συνετέλεσαν στο Έπος του 1940. Αιωνία η μνήμη τους.-            
Θανάσης  Βογιατζής
Φλώρινα  18-10-2018