γράφει ο Αρχιμ. Κοσμάς Λαμπρινός


Οἱ ρίζες τοῦ καρναβάλου τῶν ἡμερῶν μας, ὁ ὁποῖος ἀλλάζει τὰ πρόσωπα τῶν χριστανῶν ἀνθρώπων καὶ ταὰ κάνει ἀγνώριστα· κάνει δηλαδὴ τὰ πρόσωπα τὰ πρόσωπα ποὺ ἔχουν δημιουργηθεῖ «κατ’ εἰκόνα καὶ καθ’ὁμοίωσιν Θεοῦ» δὲν ἔχουν σχέση μὲ τὸν Χριστιανισμό. Διότι γίνονται σὲ ἡμέρες

περισσυλογῆς τῶν χριστιανῶν, καὶ προετοιμασίας γιὰ τὴν μεγάλη ἑορτὴ τοῦ Χριστιανικοῦ Πάσχα. Οἱ λεγόμενς αὐτὲς ἑορτὲς ἔχουν τὶς ρίζες τους στὴν ἀρχαία Ἑλλάδα, καὶ στὶς Διονυσιακὲς ἑορτὲς καὶ τὰ Ἀνθεστήρια.
Τί εἶναι ὅμως τὰ Ἀνθεστήρια; Τὰ Ἀνθεστήρια ἦταν μία ἑορτὴ ἡ ὁποία τιμούσε καὶ λάτρευε τοὺς ἀνύπαρκτους θεοὺς Λιμναίο Διόνυσο καὶ Xθόνιο Ἑρμῆ. Ταὰ Ἀνθεστήρια γίνονταν στὴν Ἀθήνα κατὰ ταὸ μήνα Ἀνθεστηριώνα (τέλος Φεβρουαρίου- ἀρχὲς Μαρτίου) ἐπὶ τρεῖς ἡμέρες.

Ἐπειδὴ τὰ Ἀνθεστήρια δὲν ἦταν γιορτὴ τῶν λουλουδιών εἶχε ὑποστηριχθεῖ παλαιότερα ἡ ἄποψη πὼς καὶ τὸ ὄνομα Ἀνθεστήρια τῆς ὅλης γιορτῆς δὲν σχετίζεται μὲ τὰ ἄνθη, ἀλλὰ μὲ τὸ ρῆμα «ἀναθέσσασθαι» ποὺ σημαίνει τὴν ἀνάκληση τῶν ψυχῶν (ὅμως ἡ συγκοπὴ τῆς πρόθεσης ἀνὰ δὲν εἶναι χαρακτῆρας τῆς

ἰωνικῆς διαλέκτου) καὶ σχετίζουν τὴν ἑτυμολογία μὲ τὴν τρίτη ἡμέρα τῆς γιορτῆς ποὺ ἦταν ἀφιερωμένη στὶ ς ψυχὲς τῶν νεκρῶν.
Ὡς χριστιανοὶ τοῦτες τὶς ἅγιες ἡμέρες ἔχουμε τὴν ἡμέρα τῶν ψυχῶν ὅπου προσευχόμαστε στὸν Ἅγιο Θεό μας νὰ ἀναπαύει τὶς ψυχές μας μεταξὺ τῶν δικαίων. Δὲν ἔχουμε ἀνάγκη λοιπὸν ἀπὸ τὰ καρναβαλικὰ ὄργια τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων.