Σ. Ηλιάδου-Τάχου, Καθηγήτριας Νέας Ελληνικής Ιστορίας Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας

Λίγο πριν από την ανάσταση του Θεανθρώπου, ήρθαμε αντιμέτωποι με εκφάνσεις απίστευτου λαϊκισμού, από την πλευρά του Σύριζα-προθύμων, οι οποίες θα έχουν μακροπρόθεσμα καταλυτικές επιπτώσεις, για την οικονομία και την κοινωνία της Δυτικής Μακεδονίας.

Επιτρέψτε μου όμως να συνοψίσω τα κύρια χαρακτηριστικά του λαϊκισμού, για να εντάξω σε αυτά συγκεκριμένες επιλογές του Σύριζα-προθύμων, με πεδίο εφαρμογής την Δυτική Μακεδονία. Ο λαϊκισμός, ο οποίος χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά στον δημόσιο λόγο και μάλιστα στο περιοδικό «Πολίτης» από τον Μιχάλη Παπαγιαννάκη, αναφέρεται στον δημαγωγικό λόγο, που κολακεύει τις αδυναμίες του λαού, παρουσιάζοντάς τις ως πλεονεκτήματα. Ο λαϊκισμός εισηγείται ένα καθεστώς χωρίς θεσμούς, που θα δρουν απροσωπόληπτα και εξισορροπητικά για την διασφάλιση της λειτουργίας της δημοκρατίας, ή για την ελεύθερη έκφραση της κοινωνίας των πολιτών. Σύμφωνα με τα λαϊκιστικά πρότυπα, η αναγωγή στον μεγάλο χαρισματικό ηγέτη, για την αντιμετώπιση των προβλημάτων, οδηγεί στην επίλυσή τους, με γνώμονα όχι το δίκαιο, αλλά τις λαϊκές επιταγές, αφού σύμφωνα με τον λαϊκιστή υπάρχει μόνο ο λαός.

Το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ υπερθεμάτισε σε λαϊκισμό στη Δυτική Μακεδονία, τις μέρες που μας πέρασαν, καταφαίνεται στα εξής σημεία:

Καταρχήν, στη Δυτική Μακεδονία, ανακοινώθηκε η μεγέθυνση ενός πανεπιστημιακού ιδρύματος, το οποίο ήταν ένας από τους μακροχρόνιους στόχους των τοπικών κοινωνιών. Η ίδρυση όμως συνοδεύτηκε από μια σειρά λαϊκίστικων επιλογών. Πρώτα καταργήθηκαν τα τεχνολογικά ιδρύματα, τα οποία παρενέβαιναν στις τοπικές κοινωνίες, παρέχοντας μεσαία στελέχη, τεχνολογικά καταρτισμένα, ικανά να στηρίξουν το τρένο της ανάπτυξης, σε καίριους τομείς. Ο ρόλος τους, διαφορετικός, ή αν θέλετε παραπληρωματικός εκείνου του πανεπιστημίου, απέβλεπε, όχι στην ενίσχυση της ακαδημαϊκής έρευνας, αλλά στην πρόοδο των επιχειρήσεων και στην άνοδο του βιοτικού επιπέδου της περιοχής. Με δεδομένο το γεγονός ότι η ελληνική κοινωνία χρειάστηκε να ωριμάσει και να αποδεχτεί μια εκπαιδευτική πολιτική, που θα στήριζε την τεχνολογική εκπαίδευση, άρα και την οικονομική ανάπτυξη, πώς θα πρέπει οι σημερινοί ιστορικοί της εκπαίδευσης να χαρακτηρίσουν το εγχείρημα της κατάλυσης αυτών των προοδευτικών επιλογών της μεταπολίτευσης, από τον κύριο Γαβρόγλου;

Δεύτερον, οι αλλαγές στον χάρτη των τεχνολογικών ιδρυμάτων και των πανεπιστημιακών τμημάτων της Δυτικής Μακεδονίας,δεν υπήρξαν το αποτέλεσμα ζυμώσεων, ανάμεσα στην ακαδημαϊκή κοινότητα, τους φορείς των τοπικών κοινωνιών, των απόψεων των ειδικών που έχουν την τεχνογνωσία, αλλά και την επίγνωση των ιδιαίτερων προβλημάτων της περιοχής της Δυτικής Μακεδονίας. Δεν μελετήθηκε δηλαδή, αν οι σχολές που ιδρύθηκαν μπορούσαν να δώσουν απαντήσεις στην ανεργία που μαστίζει την περιοχή (έχει τον μεγαλύτερο δείκτη ανεργίας πανελλήνια), αν το παραγόμενο προϊόν, όποιο και αν είναι, συμβάλλει στην ανάπτυξη της περιοχής. Και δεν δόθηκε καμία σημασία στις ιδιαιτερότητες του χώρου πολιτισμικά, κοινωνικά, οικονομικά.

Αντίθετα, λειτούργησαν οι όποιες επιλογές ή τα συμφέροντα, πρώτα της συριζαίικης νομενκλατούρας σε κεντρικό επίπεδο και έπειτα σε περιφερειακό. Ένα σύστημα που συνιστά μια πυραμίδα, στην κορυφή της οποίας βρίσκεται ο χαρισματικός ηγέτης, που μοιράζει τους ρόλους και απονέμει οφίκια. Όσο για την τοπική νομενκλατούρα, αυτήν την αποτέλεσαν οι συριζαίοι αξιωματούχοι, βουλευτές κλπ. της περιφέρειας, οι τοπικές ελίτ του σύριζα, οι τοπικές ελίτ των τεχνολογικών ιδρυμάτων και πανεπιστημιακών ιδρυμάτων, μονοκομματικά και κατά αποκλειστικότητα, μια και αυτοί είχαν το προνόμιο να συναγελάζονται με τις κεντρικές ελίτ του σύριζα. Επομένως, ζήσαμε κομματικά, εντός της περιφέρειας παζάρια, διαγκωνισμούς των ισχυρών, χτυπήματα κάτω από την ζώνη, συμβιβασμούς, με ανταλλαγές της τελευταίας κυριολεκτικά στιγμής,του στυλ ένα Τμήμα εγώ, ένα εσύ. Και το ερώτημα πότε θα ιδρυθεί το υπεσχημένο τμήμα, έμεινε μετέωρο: «μα όταν, κοίτα τώρα να το υποσχεθείς, που οι εκλογές έρχονται». Πραγματικά, φίλοι και φίλες, «ήταν δίκαιο και έγινε πράξη». Αν αυτό δεν είναι ο ορισμός του λαϊκισμού, η πλήρης απαξίωση των θεσμών των τοπικών κοινωνιών της Δυτικής Μακεδονίας και των ακαδημαϊκών θεσμών μαζί, τότε τι είναι λαϊκισμός;

Και περνάω στο θέμα της ΔΕΗ, που αποτελεί τον δεύτερο πυλώνα ανάπτυξης της περιοχής. Ο σύριζα, από την εποχή του Λαφαζανη και εντεύθεν, οδήγησε την ΔΕΗ, με σταθερά βήματα προς την χρεωκοπία, πορεία που μπορεί να χαρακτηριστεί ως μια έσχατη έκφραση λαϊκισμού και κομματικοκρατίας. Οι ευρωπαϊκές οδηγίες για το αναγκαίο πέρασμα στη μεταλιγνιτική εποχή, δεν αντιμετωπίστηκαν με την δέουσα σοβαρότητα. Η καταψήφιση από τον σύριζα του σχεδίου της «μικρής ΔΕΗ», που είχε εισηγηθεί η κυβέρνηση Σαμαρά, δεν οδήγησε την νομενκλατούρα του Συριζα, στην περιφέρεια της Δυτικής Μακεδονίας, σε αντιπρόταση τέτοια, ώστε και οι θέσεις εργασίας να διασφαλιστούν και οι λιγνιτικές μονάδες της Δυτικής Μακεδονίας να προετοιμαστούν για το πέρασμα στη μεταλιγνιτική εποχή. Οι επιλογές της τελευταίας στιγμής, για την πώληση δύο λιγνιτικών μονάδων στη Δυτική Μακεδονία και στη Μεγαλόπολη, αν τελεσφορούσαν, θα αποδεικνύονταν καταστροφικές, αφού πολλαπλασίαζαν την ανεργία στη Δυτική Μακεδονία. Αλλά και η αβελτηρία που ακολούθησε, σε μια περίοδο καθοριστική για το μέλλον της ενέργειας στη Δυτική Μακεδονία, ουδόλως μπορεί να ερμηνευτεί ως περίοδος, έστω μιας έσχατης αναζήτησης από τεχνοκράτες λύσεων, που θα διασφαλίζουν το μέλλον των ανθρώπων που κατοικούν στην ακριτική αυτή περιφέρεια. Στην περίπτωσή μας, η λαϊκίστικη αυτή επιλογή της μη λύσης,σχετίζεται με την φράση του Λουδοβίκου του 14ου , πριν από την έκρηξη της γαλλικής επανάστασης: μετά από μένα η καταστροφή.

Εξίσου λαϊκίστικη επιλογή είναι τέλος και η φτωχοποίηση της μεσαίας τάξης, με στόχο την συγκρότηση πλεονάσματος και την διανομή του προεκλογικά, στους λαθρομετανάστες, εν είδει ρωμαϊκής δημοκρατίας, όταν μοιράζονταν χρήματα στους πληβείους, για να καθοριστεί η ψήφος τους, υπέρ των διανεμητών.

Όσο για τις ψευδέστατες προβλέψεις πως, ξεπουλώντας γλώσσα και ταυτότητα και δίνοντας τα πάντα στους Σλαβομακεδόνες της «Βόρειας Μακεδονίας», θα ερχόταν στην Δυτική Μακεδονία η πρόοδος και η ανάπτυξη, δεν θα επιμείνω. Τα εκλογικά αποτελέσματα στη γειτονική χώρα και το αρνητικό κλίμα που εισπράττει η κυβέρνηση στην περιοχή μας,είναι ενδεικτικά σημεία : το οικοδόμημα που εξίσου βεβιασμένα οικοδομήθηκε στις Πρέσπες, χτίστηκε πάνω στην άμμο. Και οι λαϊκίστικες εξαγγελίες, για μια ανάπτυξη, φιλία, ειρήνη, οικονομική πρόοδο που εξήγγειλαν περιχαρείς οι εκπονητές της συμφωνίας, αποδεικνύεται κάθε μέρα και περισσότερο πως τους καθιστά «χαλκούς ηχούντας και κύμβαλα αλαλάζοντα»

Επισημαίνω κλείνοντας, πως η Δυτική Μακεδονία και ειδικά ο νομός της Φλώρινας, έχουν ανάγκη από προοπτικές που οδηγούν στην ανάπτυξη και όχι από κακοσχεδιασμένες λαϊκίστικες στρατηγικές,που έχουν αποκλειστικό σκοπό να επαναφέρουν το κυβερνών κόμμα στην εξουσία.

Πρώτα η Ελλάδα.