Η Μεγάλη Παρασκευή είναι μέρα απόλυτου πένθους για όλη την Χριστιανοσύνη, απόλυτης αργίας και νηστείας. Η μέρα που κορυφώνεται το Θείο Δράμα των Παθών του Χριστού και γίνεται η σταύρωση του το ξημέρωμα τις ίδιας μέρας.

Την Ενάτη Ώρα της ημέρας λέει το «Τετέλεσται» και η θεία ψυχή Του κατεβαίνει στον Άδη. Το «Πρωτευαγγέλιο», η πρώτη χαρμόσυνη υπόσχεση του Θεού στους πεσμένους Προπάτορες, αρχίζει να εκπληρώνεται. 

Μέχρι λίγο πριν τις 11:00 το πρωί τελούνται οι ακολουθίες των Μεγάλων Ωρών, όπου οι γυναίκες μοιρολογούν και κλαίνε για τον Χριστό, ενώ άλλοι προσκυνούν και αποτείνουν φόρο τιμής στον σταυρωθέντα. Απ' τα ξημερώματα τις ίδιας μέρας ετοιμάζεται ο επιτάφιος και τελείται ολονυχτία στις περισσότερες εκκλησίες της Ελλάδας. Το μεσημέρι της ίδιας μέρας τελείται ο Εσπερινός του Μεγάλου Σαββάτου, όπου ο Χριστός αποκαθηλώνεται και τοποθετείται στον Επιτάφιο, όπου το βράδυ θα ψαλεί ο επιτάφιος θρήνος, δηλαδή ο Όρθρος του Μεγάλου Σαββάτου και θα γίνει η περιφορά του.

Λόγω του πένθιμου χαρακτήρα της ημέρας αυτής, απαγορεύεται αυστηρώς και ανεξαιρέτως η τέλεση Θείας Λειτουργίας, η οποία τουναντίον τελείται πάντα σε χαρμόσυνο και πανηγυρικό (αναστάσιμο) κλίμα, ούτε ακόμη και η κατανυκτική Λειτουργία Προηγιασμένων Τιμίων Δώρων.

Το βράδυ της ίδιας ημέρας ψάλλεται ο όρθρος του Μεγάλου Σαββάτου και η υμνολογία είναι σχετική με την ταφή του Κυρίου από τους Ιωσήφ και Νικόδημο και την κάθοδο της ψυχής Του στα σκοτεινά βασίλεια του Άδη. Σχετικά τα τροπάρια: «Ο ευσχήμων Ιωσήφ...», και «Ότε κατήλθες προς τον θάνατον...».

Όταν ο Κύριος απέθανε, το σώμα Του μπήκε στον τάφο, η δε ψυχή του ενωμένη με την Θεότητά του κατήλθε στον Άδη και αφού τον νίκησε απελευθέρωσε τις ψυχές. Και την τρίτη ημέρα ενώθηκε και πάλι η Ψυχή με το Σώμα και το Σώμα Ανέστη εκ Νεκρών. Έτσι νικήθηκε ο Άδης και ο θάνατος.

Κατά τη διάρκεια της ακολουθίας ψάλλονται σε τρεις στάσεις (μέρη) τα λεγόμενα Εγκώμια, μικρά τροπάρια πολύ αγαπητά στο λαό, αγνώστου ποιητή. Τα πιο γνωστά είναι: «Η ζωή εν τάφω…», «Άξιον εστί μεγαλύνειν…», «Αι γενεαί πάσαι…» και «Ω γλυκύ μου Έαρ…».


Η ζωή εν τάφω
κατετέθης, Χριστέ,
και αγγέλων στρατιαί εξεπλήττοντο,
συγκατάβασιν δοξάζουσαι την σην.


Άξιον εστί
μεγαλύνειν σε των πάντων κτίστην·
τοις σοις γαρ παθήμασιν έχομεν
την απάθειαν, ρυσθέντες της φθοράς.

Αι γένεαι πάσαι
ύμνον τη ταφή σου
προσφέρουσι, Χριστέ μου.

Ω γλυκύ μου έαρ,
γλυκύτατον μου τέκνον,
που έδυ σου το κάλλος;

ΠΗΓΉ