γράφει ο Δημήτρης Μεκάσης
Και σαν πέρασαν μερικά χρόνια και πήγαμε στο γυμνάσιο, αισθανόμασταν πολύ πιο μεγάλοι από ότι πραγματικά ήμασταν. Θέλαμε να δείχνομε άνδρες. Οι κρέμες με λουκουμάδες ήταν για τα παιδάκια και όχι για εμάς. Σειρά είχαν τα ζαχαροπλαστεία. 
Τότε όλοι πήγαιναν στα ζαχαροπλαστεία, αλλά οι νέοι προτιμούσαν το ζαχαροπλαστείο «Ολύμπιον» των αδελφών Τερπίνα. 

Τι ζαχαροπλαστείο ήταν το «Ολύμπιον»! 
Γεύσεις από εκλεκτά γλυκά. Μοναδικά γλυκά. Βρισκόταν στην γωνία των οδών Παύλου Μελά και Αρχιμανδρίτη Παπαθανασίου, μια γωνία στο πιο κεντρικό μέρος της Φλώρινας. Εκεί στον κεντρικό δρόμο, όπου γινόταν η βόλτα, το γνωστό νυφοπάζαρο της Φλώρινας. 
Κάθε βράδυ όλοι οι Φλωρινιώτες καλοντυμένοι και περιποιημένοι κατέβαιναν στην βόλτα, για να δουν και να τους δούνε. Και μετά ένα γλυκό με θέα την βόλτα. Ένα γλυκό στο ζαχαροπλαστείο «Ολύμπιον» με τα μοναδικά γλυκά, φτιαγμένα από τα χέρια του Θωμάκη και του Στέργιου.

Την εποχή εκείνη το ζαχαροπλαστείο «Ολύμπιον» ήταν το πιο μοντέρνο ζαχαροπλαστείο της πόλης. Μπαίναμε μέσα και νομίζαμε ότι περνούσαμε τις πύλες του παραδείσου. 
Το ψυγείο, που ίσως ήταν το πρώτο επαγγελματικό ψυγείο σε ζαχαροπλαστείο της Φλώρινας, ήταν γεμάτο ολόφρεσκα γλυκά. Μια ματιά μόνο αρκούσε για να αισθανθείς σε τι χώρο βρισκόσουν. Και μια μυρωδιά, που ερχόταν από το χώρο του εργαστηρίου σου έδινε μια λεπτή αίσθηση, μοναδική. 

Με τρεις δραχμές στην τσέπη αισθανόσουν αριστοκράτης σε αυτό το ζαχαροπλαστείο. Ο Θωμάκης με την άσπρη του ποδιά, άλλες φορές σοβαρός και άλλες φορές γεμάτος χιούμορ, πλησίαζε και έπαιρνε την παραγγελία και αμέσως έφερνε τις κρέμες ρουαγιάλ στο τραπέζι μας. Πράγματι αισθανόσουν αριστοκράτης, καθώς οι κρέμες ρουαγιάλ σερβίρονταν σε κολονάτα γυάλινα ποτήρια. 
Η σαντιγί ξεπερνούσε το χείλος του ποτηριού και στην κορυφή ήταν το καραμελωμένο κερασάκι. Εξαιρετική εμφάνιση γλυκού. Μοναδικού στη γεύση, που το τιμούσαμε κάθε φορά που πηγαίναμε στο ζαχαροπλαστείο. 
Τα τραπεζάκια γέμιζαν και άδειαζαν, από παρέες που απολάμβαναν την πάστα τους, την πουτίγκα και τόσα άλλα γλυκά σε ένα περιβάλλον εξαιρετικό. Η πουτίγκα ήταν μοναδική στη γεύση και δεν ήταν λίγοι αυτοί που την συμπεριλάμβαναν στο πρόγραμμα της βραδινής τους εξόδου. Το ζαχαροπλαστείο μάλιστα διέθετε και ραδιόφωνο, τότε που υπήρχαν λιγοστά ραδιόφωνα σε όλη τη Φλώρινα. 
Τότε οι νέες της Φλώρινας δεν έβγαιναν μόνες τους, αλλά πάντα συνοδεύονταν από τον μεγαλύτερο αδελφό ή κάποιον συγγενή, που αναλάμβανε να τις βγάλει στο ζαχαροπλαστείο μετά την βόλτα. Όσες κοπέλες τολμούσαν να βγουν μόνες τους απέφευγαν να καθίσουν με αγόρια της ηλικίας τους. Προτιμούσαν το δικό τους τραπέζι, καθώς τότε έλεγαν και εννοούσαν τη φράση: «Τι θα πει ο κόσμος». Άλλα χρόνια, άλλη νοοτροπία των νέων, επειδή τότε η γνώμη του γεροντότερου ήταν σεβαστή από όλους. Οι γεροντότεροι καθόριζαν την συμπεριφορά των νέων. 
Και σαν ερχόταν το καλοκαίρι, το «Ολύμπιον», έβγαζε τραπεζάκια σε όλο το πεζοδρόμιο και στο απέναντι πεζοδρόμιο, όπου υπήρχε ένα αρκετά μεγάλο άνοιγμα ανάμεσα από δυο σπίτια και το τρίτο που ήταν κάπως στο βάθος. Στους πλάγιους τοίχους των σπιτιών αναρτούσαν τις μεγάλες χάρτινες επιγραφές με τα έργα που παίζονταν στους κινηματογράφους. 

Οι επιγραφές ήταν ψηλά και κάτω από αυτές τα ταμπλό με τις φωτογραφίες των ηθοποιών των ταινιών. Και στη μέση τα τραπεζάκια του «Ολύμπιον» που φιλοξενούσαν την νεολαία της Φλώρινας, κάθε βράδυ για έναν «μπαμπά με παγωτό». Τι παγωτό ήταν εκείνο. Ήταν άραγε τα φρέσκα κίτρινα αυγά και το αγνό γάλα ή η τέχνη των αδελφών Τερπίνα. Μάλλον και τα δυο. Μοναδικό παγωτό και σε χρώμα και σε γεύση, και με τον «μπαμπά» η γεύση γινόταν ακόμη καλύτερη. Εκεί περάσαμε τα καλύτερα καλοκαίρια μας, πριν η ζωή αλλάξει, μετά την Μεταπολίτευση. 
Ο Θωμάκης και ο Στέργιος είχαν εργαστεί σε εργαστήρια ζαχαροπλαστικής στη Φλώρινα και στην Θεσσαλονίκη και γνώριζαν καλά τα μυστικά της ζαχαροπλαστικής. Πεπειραμένοι και οι δυο και γνώστες της τέχνης άνοιξαν το ζαχαροπλαστείο «Ολύμπιον» το 1958. Την πρώτη δεκαετία το «Ολύμπιον» ήταν ένα μοντέρνο ζαχαροπλαστείο. Μετά όμως γινόταν όλο και πιο παραδοσιακό, αλλά οι πελάτες του ήταν πάντα σταθεροί. 
Ήταν αυτοί που από τα παιδικά τους χρόνια άρχισαν να τρώνε κρέμα ρουαγιάλ και την αναζητούσαν και όταν το ζαχαροπλαστείο έκλεισε, μετά σαράντα χρόνια περίπου. Έκλεισε το ζαχαροπλαστείο «Ολύμπιον», όταν συνταξιοδοτήθηκαν οι αδελφοί Τερπίνα. 
Τα χρόνια πέρασαν και όλα άλλαξαν, αλλά κάθε φορά που γυρίζουμε στο παρελθόν, έτσι για να θυμηθούμε τα παλιά, γίνεται πάντα αναφορά στο ζαχαροπλαστείο «Ολύμπιον», και πάντα γλυκαίνει τις αναμνήσεις μας.

Δημήτρης Μεκάσης