Νοσταλγικές εικόνες από το παρελθόν της Φλώρινας φιλοξενεί κάθε Παρασκευή η στήλη "Παράθυρο στο παρελθόν" της εβδομαδιαίας εφημερίδος "Φωνή της Φλωρίνης " και συγκεκριμένα στο φύλλο με αριθμό κυκλοφορίας 3098/31.01.2025 ο εκδότης Σωτήριος Βόσδου, δημοσιεύει φωτογραφία συνοδευόμενη με το παρακάτω κείμενο :

ΜΕΤΑΚΙΝΗΣΗ ΒΛΑΧΩΝ ΑΠΟ ΛΑΡΙΣΑ ΣΤΟ ΠΙΣΟΔΕΡΙ ΚΑΙ ΠΡΕΣΠΑ

Δεκαετίες πίσω μας μετέφερε με κείμενο του, στην προσωπική του σελίδα στο facebook, ο συμπατριώτης μας, Καθηγητής Καλών Τεχνών στην Γαλλία, Βασίλης Μιχαήλ.

 Αναδημοσιεύουμε το κείμενο, μνημόσυνο τροποτινά στον παιδικό φίλο του Γιάννη Σεληγκούνα, που ξετυλίγει μνήμες από το πέρασμα μέσα από την Φλώρινα των κοπαδιών, χιλιάδων προβάτων και κατσικιών με κατεύθυνση τα ορεινά του Πισοδερίου και της Πρέσπας. 

Η μεταφορά των κοπαδιών από την Θεσσαλία γινόταν σιδηροδρομικά και μετά, από τον Σιδηροδρομικό Σταθμό Φλώρινας, πεζή, ακολουθώντας τους δρόμους και τα μονοπάτια, κατέληγαν στις εγκαταστάσεις τους στα βουνά. Ευχαριστούμε πολύ τον Βασίλη Μιχαήλ για το ΠΑΡΑΘΥΡΟ ΣΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ που μας άνοιξε.

Όταν ήμουν πέντε χρονών, μετακομίσαμε από το χωριό στη Φλώρινα. Για μένα, ήταν ένας καινούριος κόσμος, γεμάτος ανακαλύψεις. Εκεί γνώρισα τον πρώτο μου φίλο, τον Γιάννη Σεληγκούνα. Ήταν ο γείτονάς μας, ένα καλόκαρδο παιδί με βλάχικη καταγωγή από τον πατέρα του. Πολύ γρήγορα γίναμε φίλοι και περνούσαμε τις μέρες μας παίζοντας μέσα στο ποτάμι ή τριγυρνώντας στους δρόμους της γειτονιάς.

Αυτό που μου έχει μείνει πιο έντονα από εκείνα τα χρόνια ήταν το πέρασμα των Βλάχων κάθε άνοιξη. Δεν ήταν απλά μια στιγμή – ήταν ολόκληρες μέρες και νύχτες που ο δρόμος κατά μήκος του ποταμού γέμιζε ζωή. Οι Βλάχοι περνούσαν με τα κοπάδια τους από τη Λάρισα, κατευθυνόμενοι προς το Πισοδέρι. Οι δρόμοι γύρω από τα σπίτια μας γέμιζαν πρόβατα, βοσκούς και σκυλιά. Τα κουδούνια των ζώων ηχούσαν συνεχώς, και η μυρωδιά από το μαλλί των προβάτων ανακατευόταν με την υγρασία του ποταμιού. Το πιο εντυπωσιακό ήταν τα βράδια. Η νύχτα γέμιζε ψιθύρους, σφυρίγματα βοσκών, γαυγίσματα σκύλων και τον χαμηλό ήχο από τα κουδούνια που κουνιόνταν καθώς τα πρόβατα περπατούσαν. Ήταν ένα θέαμα που με μάγευε – μια ολόκληρη κοινότητα σε κίνηση, κάτω από τα αστέρια.

Ο Γιάννης ήξερε περισσότερα για αυτούς, γιατί μερικοί από τους βοσκούς ήταν συγγενείς του πατέρα του. Κάθε χρόνο, κάποιοι από αυτούς έμεναν για λίγο στο σπίτι του πριν συνεχίσουν το ταξίδι τους. Με τον Γιάννη πηγαίναμε να τους δούμε, και πάντα μας καλωσόριζαν με χαμόγελα και ιστορίες για τη ζωή τους στα βουνά. Για μένα, όμως, τίποτα δεν ξεπερνούσε τη μαγεία του να βλέπεις τα κοπάδια να κινούνται σαν ποτάμι, μέρα και νύχτα, μέχρι να χαθούν στον ορίζοντα.

Αυτές οι εικόνες έχουν χαραχτεί στη μνήμη μου. Ήταν η αίσθηση της ζωντάνιας, της κίνησης και της αρμονίας με τη φύση που με έκανε να βλέπω τον κόσμο με άλλα μάτια. Και ακόμα, κάθε φορά που σκέφτομαι εκείνα τα βράδια, νιώθω την ίδια θαλπωρή και θαυμασμό.

 

Καλό ταξίδι Γιαννάκη Σεληγκούνα...

Βασίλης Μιχαήλ